Λαβὼν ἀπόδος, ἄνθρωπε, καὶ λήψῃ πάλιν → Capias ut iterum, redde, quod iam ceperis → Du nimmst; gib, Mensch, zurück, damit du wieder nimmst
λεαίνω, λειαίνω, ἀμάω, καταμάω, παρατέμνω, ἀποκείρω, ἀποξυρέω, κόπτω, τέμνω