ἀγωνοθετῶ
From LSJ
Mantoulidis Etymological
(=διευθύνω τούς ἀγῶνες). Παρασύνθετο ἀπό τό ἀγωνοθέτης (ἀγών + τίθημι). Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: ἀγωνοθεσία (=διεύθυνση τῶν ἀγώνων) ἀγωνοθετήρ, ἀγωνοθετικός.
(=διευθύνω τούς ἀγῶνες). Παρασύνθετο ἀπό τό ἀγωνοθέτης (ἀγών + τίθημι). Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: ἀγωνοθεσία (=διεύθυνση τῶν ἀγώνων) ἀγωνοθετήρ, ἀγωνοθετικός.