ἀλληνάλλως

From LSJ

Εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → A way of life disposed to silence is contemptible → Taciturna facile ingenia contemni solent → Gemein ist ein Charakter, über den man schweigt

Menander, Monostichoi, 167

German (Pape)

[Seite 103] Diomed. bei Villois. anecd. II p. 182 διασκεδασθέντα βιβλία, hier und dort hin auf verschiedene Weise (Suid. ὡς ἔτυχεν).

Greek Monolingual

ἀλληνάλλως επίρρ. (Μ)
1. κατά τύχη, τυχαία
2. διαφοροτρόπως, με κάθε τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επίρρ. ἄλην + επίρρ. ἄλως].