ἀλσοκομία

From LSJ

ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλσοκομία Medium diacritics: ἀλσοκομία Low diacritics: αλσοκομία Capitals: ΑΛΣΟΚΟΜΙΑ
Transliteration A: alsokomía Transliteration B: alsokomia Transliteration C: alsokomia Beta Code: a)lsokomi/a

English (LSJ)

ἡ, v. sub ἀλσοκομέω.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ cultivo de plantíos Poll.7.140.

German (Pape)

[Seite 110] ἡ, die Pflege des Hains, Poll. 7, 140.

Greek Monolingual

η (Α ἀλσοκομία) ἀλσοκόμος
1. η συντήρηση και επιμέλεια τών δασών
2. το έργο ή η τέχνη του αλσοκόμου.