ἀμπάλλω

From LSJ

τούτοις οὐκ ἔστι κοινὴ βουλή → they have no common ground of argument, they have no common agenda

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμπάλλω Medium diacritics: ἀμπάλλω Low diacritics: αμπάλλω Capitals: ΑΜΠΑΛΛΩ
Transliteration A: ampállō Transliteration B: ampallō Transliteration C: ampallo Beta Code: a)mpa/llw

English (LSJ)

poet. for ἀναπάλλω.

German (Pape)

[Seite 128] = ἀναπάλλω, ἄμπαλος, = ἀνάπαλος. So ist noch in folgenden W. ἀμ-poetische und ionische Abkürzung für ἀνα-: ἄμπαυμα, ἀμπαυστήριος, ἀμπαύω, ἀμπείρω, ἀμπέμπω, ἀμπεπαλών, ἀμπετάννυμι, ἀμπέφευγα, ἀμπήδησε, ἄμπηρος, ἀμπίπλημι, ἄμπνευμα, ἀμπνέω.

French (Bailly abrégé)

v. ἀναπάλλω.