ἀναιδέως
From LSJ
Νὺξ μὲν ἀναπαύει, ἡμέρα δ' ἔργον ποιεῖ → Nam nox quietem praebet, facit opus dies → Die Nacht lässt unsre Arbeit ruhn, der Tag sie tun
Russian (Dvoretsky)
ἀναιδέως: Arph. = ἀναιδῶς.
Translations
shamelessly
Catalan: desvergonyidament; Czech: nestydatě, drze; Esperanto: senhonte; French: effrontément; Greek: αδιάντροπα, ξεδιάντροπα, αναίσχυντα; Ancient Greek: ἀδιατρέπτως, ἀναιδέως, ἀναιδημόνως, ἀναιδῶς, ἀναισχυντί, ἀναισχύντως, ἀπερυθριάστως, ἀπηρυθριακότως, ἀπηρυθριασμένως, μετ' ἀναιδείας; Latin: impudenter; Polish: arogancko, bezczelnie, bezwstydnie, impertynencko, zuchwale, bezpruderyjnie; Portuguese: desavergonhadamente, impudentemente; Russian: бесстыдно; Serbo-Croatian: drsko; Spanish: desvergonzadamente