ἀνεπιστρεπτέω
ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?
English (LSJ)
to be indifferent, pay no heed, D.L. 6.91, Arr.Epict.2.5.9, Vett.Val.43.27, Artem.3.42, POxy.486.10 (ii A.D.).
Spanish (DGE)
no prestar atención, no dar importancia κῴδιον αὐτόν φησί ποτε προσράψαι τῷ τρίβωνι ἀνεπιστρεπτοῦντα D.L.6.91, ἀνεπιστρεπτοῦσι γὰρ καὶ οὐ φοβοῦνται οἱ μεθύοντες Artem.3.42, τοῦ δὲ [ἀν] τιδίκου ἀνεπιστρεπτήσαντος no prestando atención mi oponente, POxy.486.10 (II d.C.), cf. Arr.Epict.2.5.9, Vett.Val.43.27.
German (Pape)
[Seite 225] sich nicht an etwas kehren, sorglos sein, Diog. L. 6, 91. 8, 17.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνεπιστρεπτέω: οὐκ ἐπιστρέφομαι, οὐ φροντίζω, εἶμαι ἀπρόσεκτος, Διογ. Λ. 6. 91, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 2. 5, 9.
Russian (Dvoretsky)
ἀνεπιστρεπτέω: не поворачиваться (к чему-л.), т. е. быть безразличным, равнодушным Diog. L.