ἀντιπαρεξετάζω
From LSJ
πλὴν τῆς τεκούσης θῆλυ πᾶν μισῶ γένος → except for the one that gave birth to me, I hate the entire genus of women
English (LSJ)
compare, τοὺς βίους τῶν πόλεων ἀλλήλοις D.H.3.11; βύβλον βίβλῳ Id.Th. 16.
Spanish (DGE)
comparar τοὺς βίους τῶν πόλεων ... ἀλλήλοις D.H.3.11.3, τὴν πρώτην καὶ τὴν ὀγδόην βύβλον ... ἀλλήλαις D.H.Th.16.
German (Pape)
[Seite 257] dagegen untersuchen, vergleichen, Dion. Hal. 3, 11, öfter.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιπαρεξετάζω: ἀντιπαραβάλλω τι πρὸς ἕτερον καὶ ἐξετάζω αὐτό, Διον. Ἁλ. 3. 11: - Οὐσιαστ., -παρεξέτασις, ἡ, Εὐστ. Πονημ. 255. 40.