ἀσημότης
From LSJ
Καιροσκόπει (Καιρῷ σκόπει) τὰ πράγματ', ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Sanus es? Negotiorum observes tempora → Zur rechten Zeit tu alles, hast du nur Vernunft
English (LSJ)
ignobilitas, Glossaria (obscurity, want of fame, low birth).
Spanish (DGE)
ignobilitas, Gloss.2.247.
German (Pape)
[Seite 369] ητος, ἡ, Unbekanntheit.
Greek (Liddell-Scott)
ἀσημότης: -ητος, ἡ, τὸ εἶναί τινα ἄσημον, Γλωσσ.