Περὶ μὲν γὰρ τῆς πρὸς τὴν φύσιν ὑποστάσεως τῶν... → Αbout the true nature of...
Source
German (Pape)
[Seite 293] compar. von ἁπλόος.
French (Bailly abrégé)
v. ἁπλόος.
Russian (Dvoretsky)
ἁπλούστερος: compar. к ἁπλόος.
Greek (Liddell-Scott)
ἁπλούστερος: -τατος, ἴδε ἐν λ. ἁπλοῦς V.
Greek Monotonic
ἁπλούστερος: -τατος, βλ. ἁπλόος σημ. V.