Ἀπατουρεών
From LSJ
English (LSJ)
ῶνος, ὁ, name of a month, answering to Att. Pyanepsion, CIG3661 (Cyzicus), IPE12.47 (Olbia):—written ἀπατμ-ιών IG 11.203A32,53 (Delos, iii B.C.), ib.12(5).824.33 (Tenos), SIG169.1 (Iasus): Ἀπατοριών IG12(7).412 (Amorgos, iii B. C.).
Spanish (DGE)
v. Ἀπατουριών.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀπᾰτουρεών: -ῶνος, ὁ, Κυζικηνὸν ὄνομα τοῦ τρίτου μηνός, ἀντιστοιχοῦντος πρὸς τὸν Ἀττ. Πυανεψιῶνα, Συλλ. Ἐπιγρ. 3661, πρβλ. 2683· γράφεται δὲ καὶ -ιών, αὐτόθι 2338: ― C. F. Hermann. de Mens σ. 45.