ἐκγοητεύω
From LSJ
Χθὼν πάντα κομίζει καὶ πάλιν κομίζεται → Nam terra donat ac resorbet omnia → Die Erde alles bringt, sich wieder alles nimmt
English (LSJ)
strengthened for γοητεύω, Gorg.Hel.14, J.BJ1.11.3.
Spanish (DGE)
engatusar, hechizar c. dat. οἱ δὲ (λόγοι) πειθοῖ τινι κακῇ τὴν ψυχὴν ἐφαρμάκευσαν καὶ ἐξεγοήτευσαν Gorg.B 11.14, Ἡρώδην ... πολλαῖς ἀπολογίαις καὶ ὅρκοις I.BI 1.224.
German (Pape)
[Seite 755] verstärktes simplex, Ios., neben φαρμακεύω. Gorg. Hel. enc. p. 98.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκγοητεύω: ἐπιτεταμ. ἀντὶ τοῦ γοητεύω, Γοργ. Ἑλ. Ἐγκώμ. σ. 683 Bekk., Ἰωσήπ. Ἰ. Π. 1. 11, 3.