ἐλατέον
From LSJ
Στερρῶς φέρειν χρὴ συμφορὰς τὸν εὐγενῆ → Tolerare casus nobilem animose decet → Ertragen muss der Edle Unglück unbeugsam
English (LSJ)
one must ride, X.Eq.Mag.2.7.
Spanish (DGE)
1 hay que cabalgar c. dat. ἡ χώρα ... ἐν ᾗ ἑκάστῳ ἐ. X.Eq.Mag.2.7.
2 hay que alejar ἐ. οὖν αὐτοῦ τε καὶ τῶν ἀρχομένων τὴν χαλεπὴν ταύτην κῆρα (el gobernante) debe alejar de sí mismo esa terrible desgracia Synes.Regn.25.
Greek (Liddell-Scott)
ἐλᾰτέον: ῥημ. ἐπίθ., δεῖ ἐλαύνειν, Ξεν. Ἱππαρχ. 2, 7.
Greek Monotonic
ἐλᾰτέον: ρημ. επίθ. του ἐλάω, ἐλαύνω, αυτό που πρέπει να ιππευθεί, σε Ξεν.