ἐπισφελίτης

From LSJ

Γυναῖκα θάπτειν κρεῖσσόν ἐστιν ἢ γαμεῖν → Sepelire satius feminam quam ducere → Ein Weib bestatten, besser ist's als heiraten

Menander, Monostichoi, 95
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπισφελίτης Medium diacritics: ἐπισφελίτης Low diacritics: επισφελίτης Capitals: ΕΠΙΣΦΕΛΙΤΗΣ
Transliteration A: episphelítēs Transliteration B: episphelitēs Transliteration C: episfelitis Beta Code: e)pisfeli/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ, (σφέλας) = θρανίτης, Paus.Gr.Fr.175.

German (Pape)

[Seite 988] ὁ (σφέλας), = θρανίτης, Paus. bei Eust. 1818, 5; Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπισφελίτης: «ὁ θρανίτης· σφέλας γὰρ τὸ ταπεινὸν διφρίον, τὸ ὑποπόδιον. τοιοῦτος δὲ καὶ ὁ θρᾶνος, ἔχει δὲ τὴν ἄνω ἕδραν» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ἐπισφελίτης, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ὁ θρανίτης
σφέλας γὰρ τὸ ταπεινὸν διφρίον, τὸ ὑποπόδιον
τοιοῦτος δὲ καὶ ὁ θρᾱνος, ἔχει δὲ τὴν ἄνω ἕδραν».