ἐφιαλτεία

From LSJ

Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐφῐαλτεία Medium diacritics: ἐφιαλτεία Low diacritics: εφιαλτεία Capitals: ΕΦΙΑΛΤΕΙΑ
Transliteration A: ephialteía Transliteration B: ephialteia Transliteration C: efialteia Beta Code: e)fialtei/a

English (LSJ)

ἡ, a herb (= ἐφιαλτία) used as a preventive of nightmare, Poet.de herb.162 (ἐφιαλτιον cod.).

Greek Monolingual

ἐφιαλτεία και ἐφιαλτία, ἡ και ἐφιάλτιον, τὸ (Α) εφιάλτης
βότανο που προστατεύει από τον εφιάλτη.