ἔνειμεν

From LSJ

Ὕβρις κακὸν μέγιστον ἀνθρώποις ἔφυ → Malum est hominibus maximum insolentia → Das größte Übel ist für Menschen Übermut

Menander, Monostichoi, 517
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔνειμεν Medium diacritics: ἔνειμεν Low diacritics: ένειμεν Capitals: ΕΝΕΙΜΕΝ
Transliteration A: éneimen Transliteration B: eneimen Transliteration C: eneimen Beta Code: e)/neimen

English (LSJ)

Ep. 1pl. of ἔνειμι, Il.5.477:—but ἔνειμεν, 3sg. aor. 1 of νέμω.

French (Bailly abrégé)

3ᵉ sg. de ἔνειμα;
1ᵉ pl. prés. ind. épq. de ἔνειμι.

Russian (Dvoretsky)

ἔνειμεν:
I 3 л. sing. aor. к νέμω.
II эп. (= ἐνεσμεν) 1 л. pl. praes. к ἔνειμι.

Greek (Liddell-Scott)

ἔνειμεν: Ἐπ. πληθ. α΄ πρόσωπ. τοῦ ἔνειμι, Ἰλ. Ε. 577· ἀλλ’ ἔνειμεν γ΄ ἑν. πρόσωπ. τοῦ ἀορ. α΄ τοῦ νέμω.

Greek Monotonic

ἔνειμεν:I. Επικ. αντί ἐνέσμεν, αʹ πληθ. του ἔνειμι (εἰμί, sum) αλλά, II. ἔνειμεν, γʹ ενικ. αόρ. αʹ του νέμω.