ἔσσεσθαι Search Google

From LSJ

οὔπω Ζεὺς αὐχένα λοξὸν ἔχειZeus has not yet turned his neck aside

Source

French (Bailly abrégé)

p. élis. ἔσσεσθ’;
inf. fut. épq. de εἰμί.

Greek Monotonic

ἔσσεσθαι: Επικ. αντί ἔσεσθαι, απαρ. μέλ. του εἰμί (sum).