ἕπευ

From LSJ

ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἆμαρ → it chanced to be on the first of the month, that day fell on the first of the month

Source

French (Bailly abrégé)

2ᵉ sg. impér. prés. épq. de ἕπομαι.

Russian (Dvoretsky)

ἕπευ: ион. imper. к ἕπω.

Greek (Liddell-Scott)

ἕπευ: Ἰων. παρατ. τοῦ ἕπομαι, ἀλλ’ ἕπευ Ὁμ. Ἰλ. Κ. 146, κ. ἀλλ.

English (Autenrieth)

see ἕπω.

Greek Monotonic

ἕπευ: Ιων. αντί ἕπου, προστ. του ἕπομαι.