ἠνεμόφωνος

From LSJ

τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars

Source

German (Pape)

[Seite 1171] wie der Sturm tönend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἠνεμόφωνος: -ον, ἠχῶν ὡς ὁ ἄνεμος, Ἰω. Γαζ.

Greek Monolingual

ἠνεμόφωνος, -ον (Α)
(ποιητ. τ.) αυτός που φωνάζει ή ηχεί σαν τον άνεμο, που έχει βουερή φωνή ή βουερό ήχο.