ἰΰ
From LSJ
γυναικόφρων γὰρ θυμὸς ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ → it's an unwise man who shows a woman's spirit
English (LSJ)
exclamation of surprise, Hdn.Gr.1.506.
Greek (Liddell-Scott)
ἰΰ: θαυμαστικὸν ἐπιφώνημα, Θεογνώστ. Κανόνες 161, Ἰω. Ἀλεξ. τονικὰ παραγγέλματα 37.
German (Pape)
Interjektion der Verwunderung, Gramm.