ὀρνιθοπώλης

From LSJ

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀρνῑθοπώλης Medium diacritics: ὀρνιθοπώλης Low diacritics: ορνιθοπώλης Capitals: ΟΡΝΙΘΟΠΩΛΗΣ
Transliteration A: ornithopṓlēs Transliteration B: ornithopōlēs Transliteration C: ornithopolis Beta Code: o)rniqopw/lhs

English (LSJ)

ὀρνιθοπώλου, ὁ, dealer in birds, Poll.7.198:—hence ὀρνιθοπωλεῖον, ibid.

German (Pape)

[Seite 383] ὁ, Vogelhändler, Poll. 7, 198.

Greek (Liddell-Scott)

ὀρνῑθοπώλης: -ου, ὁ πωλῶν πτηνά, Πολυδ. Ζ΄, 198.

Greek Monolingual

ο (Α ὀρνιθοπώλης)
ιδιοκτήτης ορνιθοπωλείου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄρνις, -ιθος + -πώλης (< πωλῶ)].