ὀφλοί

From LSJ

ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος → in the great Doric island of Pelops

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀφλοί Medium diacritics: ὀφλοί Low diacritics: οφλοί Capitals: ΟΦΛΟΙ
Transliteration A: ophloí Transliteration B: ophloi Transliteration C: ofloi Beta Code: o)floi/

English (LSJ)

ὀφειλέται, ὀφειλαί, Hsch. ὀφνίς· ὕννις, ἄροτρον, Id.

Greek (Liddell-Scott)

ὀφλοί: «ὀφειλέται· ὀφειλαὶ» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ὀφλοὶ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ὀφειλέται, ὀφειλαί».
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < από το θ. ὀφλ- του αορ. β' ὦφλον του ρ. ὀφείλω].