κακὸς μὲν γὰρ ἑκὼν οὐδείς → no one is voluntarily wicked, no one is voluntarily bad
[Seite 329] ἡ, das Ebensein (?).
ὁμᾰλία: ἡ, = ὁμαλότης, Γλωσσ.
ὁμαλία, ἡ (Μ) ομαλόςη ιδιότητα του ομαλού, ομαλότητα.