ὑπερθέσιμος

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source

German (Pape)

[Seite 1196] ἡ, sc. ἡμέρα, der Fasttag, der mit dem Essen überschlagen wird, K. S.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερθέσιμος: (ἐξυπακ. νηστεία), ἡ, ἡ ὑπερτιθεμένη, ἡ τελουμένη ἡμέραν παρ’ ἡμέραν, Εὐάγρ. 2477Β, Ἰω. ὁ τῆς Κλίμακ. 865C, ἴδε Βυζαντ. Λεξ. Σοφοκλ.

Greek Monolingual

-ον, Μ ὑπέρθεσις
εκκλ. (για νηστεία) αυτός που παρατείνεται.