ᾖμεν

From LSJ

Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς προσδέχου συμβουλίαν → Tu non nisi a prudente consilium pete → Von einem weisen Mann nur nimm Beratung an

Menander, Monostichoi, 476

French (Bailly abrégé)

1ᵉ pl. impf. de εἶμι.

Greek Monotonic

ᾖμεν: αʹ πληθ. παρατ. του εἶμι (Λατ. ibo).

Russian (Dvoretsky)

ᾖμεν: 1 л. pl. impf. к εἶμι.