ῥίζινος

From LSJ

ἐγγυητής τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεωςtrustworthy guarantor for the money

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ῥίζινος Medium diacritics: ῥίζινος Low diacritics: ρίζινος Capitals: ΡΙΖΙΝΟΣ
Transliteration A: rhízinos Transliteration B: rhizinos Transliteration C: rizinos Beta Code: r(i/zinos

English (LSJ)

η, ον, made from a root (viz. of ἐρευθέδανον), πορφύρα PHolm.26.29.

Greek Monolingual

-η, -ον, Α ῥίζα
αυτός που προέρχεται από τη ρίζα του γνωστού με τη λόγια ονομασία φυτού ρουβία η βαφική.