aansporing
From LSJ
Πάντα ταῦτα ἐπείρασα ἐν τῇ σοφίᾳ: εἶπα Σοφισθήσομαι, καὶ αὐτὴ ἐμακρύνθη ἀπ' ἐμοῦ· κτλ. (Εcclesiastes 7:23f., LXX version) → I tried to give proof in wisdom of all those things; I said, I will be wise, but that wisdom was far from me ...
Dutch > Greek
κέλευμα, παραίνεσις, παραίφασις, πάρφασις, παράφασις, παρακέλευσμα, παρακελευσμός, παράκλησις, παραμυθία, παραμύθιον, παρηγορία, προτρεπτικός, προτροπή