ἑνὸς ἀτόπου δοθέντος τἆλλα συμβαίνει → one absurdity having been given, the others follow
P. and V. τύχη, ἡ, συμφορά, ἡ, P. περίπτωμα, τό, σύμπτωμα, τό.
in case of accident: P. ἤν τι συμβῇ.