contubernio
From LSJ
Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter
Spanish > Greek
βούλευσις, ἐπιβουλή, κοινοπραγία, ξυνωμοσία, ξυνώμοτον, ξύστασις, σκευή, συνεργία, συνωμοσία, συνώμοτον, συστασία, σύστασις, τὸ συνεστηκός, τὸ ξυνιστάμενον, φατριασμός, φρατριασμός