οἱ βάρβαροι τῇ ἀλήκτῳ συνουσίᾳ ὑπνώθησαν → the barbarians, exhausted by unremitting intercourse, fell asleep
ἐξαλλαγή, δόμα, δόσις, ἀποστολή, ἐνδοματικά