excremento
From LSJ
Πάντα ταῦτα ἐπείρασα ἐν τῇ σοφίᾳ: εἶπα Σοφισθήσομαι, καὶ αὐτὴ ἐμακρύνθη ἀπ' ἐμοῦ· κτλ. (Εcclesiastes 7:23f., LXX version) → I tried to give proof in wisdom of all those things; I said, I will be wise, but that wisdom was far from me ...
Spanish > Greek
ἄποδος, ἀποπάτημα, ἀπόπατος, ἀπόρρυσις, ἀπόψυγμα, ἀφόδευμα, ἀφόδημα, ἄφοδος, ἀφόρδιον, βόβλιτον, βόλβιθος, βόλβιτον, βόλβυθον, διαφόρημα, διαχώρημα, ἔκκρισις, ἔκπατος, κάκκη, κόπρανα, κόπρανον, κοπρία, κόπριον, κόπρος, μίνθος, ὄνθος, πέλεθος, περίσσευμα, περίσσωσις, περίττευμα, περίττωσις, προχώρημα, σκατός, σκύβαλον, σκῶρ, σπατίλη, ὑπόστασις, ὑποχώρημα, ὑποχώρησις, χέσμα