Λᾷος
From LSJ
English (Slater)
Λᾱος father of Oidipous. ἔκτεινε Λᾷον μόριμος υἱός (Hermann: Λάιος codd.) (O. 2.38) test., Σ, (O. 2.70) d, ἐν δὲ τοῖς παιᾶσιν εἴρηται περὶ τοῦ χρησμοῦ τοῦ ἐκπεσόντος Λαίῳ· καθὰ καὶ Μνασέας ἐν τῷ περὶ τῶν χρησμῶν γράφει, Λάιε Λαβδακίδη, ἀνδρῶν περιώνυμε πάντων” fr. 68.
Russian (Dvoretsky)
Λᾷος: ὁ стяж. = Λάϊος.