ἀλλ᾽ ἀμφὶ τοῖς σφαλεῖσι μὴ 'ξ ἑκουσίας ὀργὴ πέπειρα → to those who err in judgment, not in will, anger is gentle | men's wrath is softened toward those who have erred unwittingly
ἀγλαόπεπλος, -ον (Α)
αυτός που φοράει λαμπρό, ωραίο πέπλο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀγλαός + πέπλος.