αιμομιξία
From LSJ
ἄπαγ' ἐς μακαρίαν ἐκποδών → get lost, buzz off, on yer bike, bug off, bugger off, clear out, clear off, take a hike, beat it, scram, get out of here, get outta here
και αιμομειξία, η (Μ αἱμομιξία)
σαρκικές σχέσεις μεταξύ συγγενών εξ αίματος.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αἷμα + μίξις (-η)].