Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ανήνεμος

From LSJ

Μέγ' ἐστὶ κέρδος, εἰ διδάσκεσθαι μάθῃς → Doceri si didiceris, est magnum lucrum → Es ist ein großer Vorteil, wenn du lernen lernst

Menander, Monostichoi, 359

Greek Monolingual

ἀνήνεμος, -ον (Α)
1. αυτός που δεν τον χτυπά ο άνεμος, γαλήνιος, ήσυχος
2. αθόρυβος, χωρίς φασαρίες.