Γάμει δὲ μὴ τὴν προῖκα, τὴν γυναῖκα δέ → Uxorem cape, non dotem, in matrimonium → Nimm bei der Heirat nicht die Mitgift, nimm die Frau
(Α αὐτονομοῦμαι, -έομαι) αυτόνομοςείμαι ή γίνομαι αυτόνομος, ανεξάρτητος.