Ἡρακλέους ὀργήν τιν' ἔχων → with a temper like Heracles', with a temper like Hercules'
βουβός1. καθιστώ κάποιον βουβό, άλαλο2. αποστομώνω κάποιον3. μέσ. γίνομαι βουβός, χάνω τη φωνή μου.