γιδήσιος

From LSJ

κοινὸν τύχη, γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων → good luck is anyone's, judgment belongs only to those who possess it

Source

Greek Monolingual

-α, -ο και γίδινος, -η, -ο
αυτός που προέρχεται από γίδα.