Δούλου γὰρ οὐδὲν χεῖρον οὐδὲ τοῦ καλοῦ → Res nulla servo peior est, etiam bono → Ein Sklave ist das schlechteste, selbst wenn er gut
γυιῶ (-όω) (Α)
1. καθιστώ κάποιον ανάπηρο
2. εξασθενώ, βλάπτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γυῖον ή, κατ' άλλους, < (σύνθ.) απογυιώ («εξασθενώ, αδυνατίζω»)].