νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
[Seite 509] ἡ, Barfüßigkeit, l. d.
και -ποδιά, ητο να περπατά κανείς με γυμνά πόδια.