δυστροφία

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source

Greek Monolingual

η
διαταραχή και μείωση της θρέψης ενός οργάνου του σώματος και η βλάβη που επακολουθεί.