Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ελαιόκαρπος

From LSJ

Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrumGewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick

Menander, Monostichoi, 364

Greek Monolingual

ο
1. ο καρπός της ελιάς, και με περιληπτική έννοιασυγκομιδή του ελαιοκάρπου»)
2. τροπικό δέντρο που ο καρπός του μοιάζει με την ελιά.