τὸ ἀνάλημμα καὶ τὴν ἐπ' αὐτοῦ κερκίδα → the retaining wall and the wedge of theatre seats supported by it
η (AM ἐνόχλησις) ενοχλώπρόκληση δυσαρέσκειας ή δυσφορίαςνεοελλ.ελαφρός πόνος ή αδιαθεσία.