Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news
ἰσχυρόφωνος, -ον (Α)αυτός που έχει ισχυρή φωνή.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσχυρός + -φωνος (< φωνή), πρβλ. βαθύφωνος, ισχνόφωνος].