ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται εὐθὺς γενομένῳ μυσταγωγὸς τοῦ βίου → a spirit assists every man from birth to be the leader of his life
Full diacritics: κακωτής | Medium diacritics: κακωτής | Low diacritics: κακωτής | Capitals: ΚΑΚΩΤΗΣ |
Transliteration A: kakōtḗs | Transliteration B: kakōtēs | Transliteration C: kakotis | Beta Code: kakwth/s |
κακωτοῦ, ὁ, one who ill-treats, oppressor, Ph.1.544, Ptol.Tetr.159; γυναικῶν Vett.Val.49.4.
κακωτής: -οῦ, ἄνθρωπος κακοποιός, βλαπτικός, Φίλων 1. 544.
κακωτής, ο θηλ. κακώτρια (AM) κακώ
κακοποιός, βλαπτικός.