καρκινοβασία

From LSJ

ἄπαγ' ἐς μακαρίαν ἐκποδών → get lost, buzz off, on yer bike, bug off, bugger off, clear out, clear off, take a hike, beat it, scram, get out of here, get outta here

Source

Greek Monolingual

η
1. το βάδισμα του θαλάσσιου κάβουρα
2. μτφ. βραδεία πρόοδος ή και οπισθοδρόμηση, καθυστέρηση ενός έργου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καρκινοβατώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στο Λεξικόν ελληνογαλλικόν του Άγγελου Σ. Βλάχου].