κρανιολογία
From LSJ
Οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν ἐν ἀνθρώπῳ ὃ φάγεται καὶ ὃ πίεται καὶ ὃ δείξει τῇ ψυχῇ αὐτοῦ ἀγαθὸν ἐν μόχθῳ αὐτοῦ (Ecclesiastes 2:24, LXX version) → What is good in a human is not what he eats and drinks and shows off to his soul as a benefit of his labor
Greek Monolingual
η
τομέας της ανθρωπολογίας που έχει ως αντικείμενο τη σύγκριση τών μορφών του κρανίου διαφόρων ανθρώπινων φυλών, σύγχρονων ή απολιθωμένων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. craniologie < crani(o)- (< μσν. λατ. cranium < κρανίον) + -logie (< αρχ. γαλλ. -logie < λατ. -logia < -λογία < -λόγος < λέγω). Η λ. μαρτυρείται από το 1836 στον Κυριάκο Μελίρρυτο].