κρητηρίζω

From LSJ

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρητηρίζω Medium diacritics: κρητηρίζω Low diacritics: κρητηρίζω Capitals: ΚΡΗΤΗΡΙΖΩ
Transliteration A: krētērízō Transliteration B: krētērizō Transliteration C: kritirizo Beta Code: krhthri/zw

English (LSJ)

v. κρατηρίζω (mix a bowl of wine, drink from a bowl of wine, drink out of the krater).

Greek Monolingual

κρατηρίζω, ιων. τ. κρητηρίζω (Α) κρατήρ
1. αναμιγνύω οίνο με νερό μέσα σε κρατήρα
2. εκτελώ καθήκοντα υπηρέτη σε θέματα σχετικά με τους κρατήρες στα οργιαστικά μυστήρια
3. παθ. κρατηρίζομαι
πίνω κρασί χωρίς μέτρο από τον κρατήρα, πίνω κρατήρες κρασιού, πίνω με την κανάτα.