λοιπογραφώ

From LSJ

ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships

Source

Greek Monolingual

λοιπογραφῶ, -έω (Α)
παρέχω αναβολή πληρωμής χρέους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λοιπάς + -γραφῶ (< -γράφος < γράφω)].