λυμαντικός

From LSJ

Θησεύς τινʹ ἡμάρτηκεν ἐς σʹ ἁμαρτίαν; (Euripides, Hippolytus 319) → Hath Theseus wronged thee in any wise?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λυμαντικός Medium diacritics: λυμαντικός Low diacritics: λυμαντικός Capitals: ΛΥΜΑΝΤΙΚΟΣ
Transliteration A: lymantikós Transliteration B: lymantikos Transliteration C: lymantikos Beta Code: lumantiko/s

English (LSJ)

v. sub λυμαντής.

Greek Monolingual

λυμαντικός, -ή, -όν (Α) λυμαντής
λυμαντήριος («δόγματα λυμαντικὰ οἴκων», Αρρ.).

German (Pape)

[ῡ], = λυμαντήριος, τινός, Arr. Epict. 3.7.20.